life's Δεν υπάρχουν Σχόλια


Σε ένα επεισόδιο του θρυλικού talk-show The Daily Show το 2012, ο Jon Stewart είχε ως καλεσμένο στο στούντιο τον Chris Rock. Οι δύο διάσημοι κωμικοί συζήτησαν μεταξύ άλλων την επίδραση της επαγγελματικής επιτυχίας στις προσωπικές ζωές τους, και η κουβέντα ήρθε στο θέμα της ανατροφής των παιδιών τους.

Οι δύο ηθοποιοί προέρχονταν από ταπεινές οικογένειες, και περιγράφανε πόσο περίεργο ήταν να προσπαθούν να διδάξουν στα παιδιά τους την εργατικότητα και την ταπεινοφροσύνη, ενώ μεγαλώνουν σε ένα πολυτελές περιβάλλον χωρίς στερήσεις.

Ο Rock ανέφερε πόσο διαφορετική ήταν η δική του παιδική ηλικία από αυτή των παιδιών του: “Τα παιδιά μου είναι πλούσια. Δεν έχω απολύτως τίποτα κοινό με αυτά.

Ο Stewart συμφώνησε μαζί του, αναφέροντας ότι άρχισε να δουλεύει στα 14 του και μεγάλωσε μαθαίνοντας την αξία της εργατικότητας. Όμως τα δικά του παιδιά δεν αντιμετώπισαν καμία στέρηση όσο μεγάλωναν, κάτι που τον έκανε να ανησυχεί ότι δεν μπορεί να τους διδάξει τις ίδιες αξίες.

Ίσως θα έπρεπε να υπάρχει κάποιο είδος κατασκήνωσης, που να μπορούμε να στέλνουμε τα παιδιά μας για να τους μαθαίνουν αυτά τα πράγματα…”

Ναι, μία κατασκήνωση όπου θα τους κλέβουν το χαρτζιλίκι και θα τρώνε και λίγο ξύλο…” συμφώνησε ο Rock.

Οι ιστορίες των επιτυχημένων γονιών που μεγαλώνουν κακομαθημένα παιδιά, φτάνουν κυριολεκτικά ως την αρχαιότητα. Και ακόμα και αν δεν είστε σταρ του Hollywood (ή ο Περικλής), εάν και εσείς δουλέψατε σκληρά για να προσφέρετε στα παιδιά σας μία καλύτερη ζωή, είναι φυσιολογικό να σκέφτεστε ότι δεν εκτιμούν τις προσπάθειες σας, και θεωρούν δεδομένα όλα όσα παλέψατε να πετύχετε.

Εάν όμως δεν μπορείτε να τα στείλετε στην κατασκήνωση “Σκληρή Ζωή”, πως μπορείτε να βοηθήσετε τα παιδιά σας να αποκτήσουν καλύτερη οικονομική παιδεία;

Η Μεγάλη Εικόνα

Οι περισσότεροι γονείς συνήθως διστάζουν να συζητήσουν με τα παιδιά τους τις λεπτομέρειες της οικονομικής κατάστασης τους. Το θέμα των χρημάτων και του πλούτου είναι από τα πιο συνηθισμένα “ταμπού”, αφού αφορούν άμεσα την κοινωνική μας υπόσταση και την υποτιθέμενη “επιτυχία” μας στη ζωή.

Έτσι ερωτήσεις του τύπου “Γιατί το άλλο παιδί έχει αυτό, και εγώ όχι;” μπορεί να μας φέρουν σε δύσκολη θέση. Κάποιοι θεωρούν ότι τα χρήματα είναι ένα “βρώμικο” θέμα που δεν αφορά τα παιδιά, αλλά στην πραγματικότητα είναι η κοινωνική σύγκριση που μας κάνει να νοιώθουμε άβολα.

Παρόλο που δεν τους μιλάμε για τα εισοδήματα και τα χρέη μας, αυτά σταδιακά προσέχουν ότι κάποια άλλα παιδιά έχουν καινούργια ρούχα, καλύτερα παιχνίδια και κινητά, ενώ οι γονείς τους έχουν μεγάλα σπίτια και οδηγούν ακριβά αυτοκίνητα. Και κάποια άλλα παιδιά έχουν πολύ λιγότερα πράγματα…

Είναι σημαντικό να εξηγούμε στα παιδιά μας την γενικότερη οικονομική μας κατάσταση, αλλά και τις αποφάσεις που παίρνουμε βάσει αυτής. Εάν π.χ. το παιδί μας ρωτήσει γιατί δεν του αγοράζουμε ένα ακριβό video game, μπορούμε να πούμε ότι εάν το κάναμε δεν θα μπορούσαμε να του αγοράσουμε και το αγαπημένο του φαγητό.

Ακόμα και εάν αυτό δεν είναι 100% αλήθειαθα βοηθήσουμε τα παιδιά μας να καταλάβουν ότι στην ζωή υπάρχουν προτεραιότητες και επιλογές.Έτσι τα βοηθάμε να μην νοιώθουν φθόνο ή υπεροψία απέναντι σε άλλα παιδιά, ενώ τα βοηθάμε να εμπεδώσουν ότι μπορούν να βελτιώσουν την θέση τους στην ζωή, μέσα από τις δικές τους προσπάθειες.

 

Monkey see, monkey do

Κάποιοι γονείς μπορεί να νομίζουν ότι το θέμα των χρημάτων είναι πολύ δυσνόητο για ένα μικρό παιδί. Όμως σε πολλές περιπτώσεις το πρόβλημα ξεκινάει από την άγνοια των ίδιων των γονιών! Αν δεν μπορείς να εξηγήσεις κάτι σε ένα παιδί, είναι πιθανόν να μην το έχεις καταλάβει ούτε ο ίδιος.
Richard Feynman

Στην πραγματικότητα τα παιδιά μαθαίνουν κυρίως μέσα από την παρατήρηση, την σύγκριση και την μίμηση, παρά από το διάβασμα και τις εντολές των μεγαλύτερων. Μέχρι να φτάσουν στην εφηβεία, το μυαλό τους λειτουργεί σαν “σφουγγάρι” που απορροφά ερεθίσματα και διαμορφώνεται βάσει αυτών. Τυχαία γεγονότα και φράσεις μπορεί να επηρεάσουν ολόκληρη την κοσμοθεωρία τους, χωρίς οι γονείς να καταλάβουν πως και πότε έγινε αυτό.

Έτσι το πιο σημαντικό εργαλείο μάθησης για τα παιδιά μας, είναι η δική μας συμπεριφορά. Ο τρόπος που παίρνουμε αποφάσεις για τα χρήματα μας και την ζωή μας γενικότερα, διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό τα πρότυπα και τα ιδανικά τους.

Και εάν νομίζουμε ότι μπορούμε να ξεγελάμε τα παιδιά μας, λέγοντας τους κάτι ενώ οι ίδιοι κάνουμε το ακριβώς αντίθετο, στην καλύτερη θα τους προκαλέσουμε σύγχυση. Και στην χειρότερη θα καταλάβουν ότι τα κοροϊδεύουμε…

Ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με καινούργια αυτοκίνητα κάθε 3-4 χρόνια, διακοπές πολυτελείας, καθημερινά ψώνια και δώρα, θα θεωρήσει αυτονόητες αυτές τις συμπεριφορές. Και όταν μεγαλώσει θα προσπαθήσει να τις μιμηθεί ακόμα και εάν το εισόδημα του είναι χαμηλότερο των γονιών του, κάτι που μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε μεγάλα χρέη και οικονομική ανασφάλεια.

Από την άλλη, ένα παιδί που μεγαλώνει σε δύσκολες οικονομικές συνθήκες μπορεί να αναπτύξει μία κοσμοθεωρία στέρησης και αντικοινωνικότητας, που θα το συνοδεύει σε όλη του την ζωή ακόμα και εάν έχει υψηλά εισοδήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι η υπερβολική τσιγκουνιά θεωρείται απωθητική συμπεριφορά από όλους…

Δείχνοντας στο παιδί ένα κατάλληλο πρότυπο συμπεριφοράς, του δίνουμε τα εργαλεία για να χτίσει σωστά την δική του προσωπικότητα. Ακόμα και εάν αναπτύξει και κάποιες αντιδραστικές τάσεις στην περίοδο της εφηβείας…

Η γλώσσα κόκαλα τσακίζει

Ένα πολύ κρίσιμο στοιχείο της διαπαιδαγώγησης, είναι ο τρόπος που δίνουμε απαντήσεις και εξηγούμε έννοιες στα παιδιά μας. Με βάση τις λέξεις και τον τόνο φωνής που χρησιμοποιούν, οι γονείς μεταδίδουν ασυναίσθητα στα παιδιά τους την δική τους κοσμοθεωρία. Έτσι τα παιδιά κληρονομούν τις θεμελιώδεις αρχές και πεποιθήσεις των γονιών τους στα περισσότερα θέματα.

Ας δούμε δύο απλά παραδείγματα πάνω στο θέμα των χρημάτων:

Ο Θανασάκης βλέπει στην βιτρίνα ένα εντυπωσιακό και ακριβό παιχνίδι, και παρακαλά με κλάματα τους γονείς του να του το αγοράσουν. Και αυτοί του απαντούν ξερά: “Όχι, δεν έχουμε λεφτά.”

Ανεξάρτητα από το εάν έχουν οικονομικές δυσκολίες ή όχι, μία τέτοια απάντηση όταν επαναλαμβάνεται από τους γονείς μπορεί να καλλιεργήσει στο παιδί μία νοοτροπία αρνητικότητας και στέρησης (scarcity mindset).

Εάν από την άλλη του εξηγήσουν: “Μακάρι να μπορούσαμε, αλλά πρέπει πρώτα να σου αγοράσουμε φαγητό και ρούχα. Εάν το θέλεις πραγματικά, μπορείς να μαζέψεις από το χαρτζιλίκι σου.”

Έτσι το παιδί θα αρχίσει να κατανοεί την σχέση των χρημάτων με τα αγαθά, αλλά και την αξία της αποταμίευσης και της αναβολής ικανοποίησης (delayed gratification).

Ένα δεύτερο παράδειγμα: η Χρυσάνθη βλέπει στο σχολείο ότι τα άλλα παιδιά έρχονται και φεύγουν με μικρά, παλιά αμάξια. Δεν έχουν ούτε οθόνες στο πίσω κάθισμα, ούτε γυαλιστερά μαύρα τζάμια, ούτε τρέχουν τόσο γρήγορα.

Η Χρυσάνθη καταλαβαίνει ότι τα αυτοκίνητα του μπαμπά και της μαμάς είναι πολύ πιο ωραία από αυτά των συμμαθητών της. Και όταν τους ρωτάει γιατί, αυτοί απαντάνε: “Αυτοί είναι φτωχοί, δεν είναι σαν εμάς.”

Μία τέτοια απάντηση δίνει αμέσως στο παιδί ένα ισχυρό ερέθισμα, ωθώντας το να συσχετίσει την κατοχή υλικών αγαθών με την προσωπική και κοινωνική ανωτερότητα. Έτσι μπορεί να θεωρήσει την απόκτηση υλικών αγαθών ως τον πρωταρχικό στόχο στην ζωή, σε βάρος άλλων αξιών όπως η τιμιότητα, ο αλληλοσεβασμός και η εργατικότητα.

Από την άλλη, οι γονείς της Χρυσάνθης μπορούν να δοκιμάσουν μία απάντηση σαν αυτή: “Εμείς διαβάσαμε πολύ στα σχολεία μας, και έτσι καταφέραμε να έχουμε καλές δουλειές που μας δίνουν αρκετά χρήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε καλύτεροι από τους συμμαθητές σου. Μπορεί αυτοί απλά να ήταν άτυχοι, ή να μην τους νοιάζουν τα αυτοκίνητα και τα χρήματα. Εάν όμως και εσύ θέλεις να γίνεις σαν και εμάς, το πρώτο βήμα είναι να διαβάζεις τα μαθήματα σου, και να γράφεις “Άριστα” στις εργασίες.

Έτσι οι γονείς βοηθούν το παιδί να συνδέσει την οικονομική επιτυχία με την εργατικότητα και την επιμονή, ενώ ταυτόχρονα αποτρέπουν τα αισθήματα υπεροψίας.

Το χαρτζιλίκι

Για τα περισσότερα παιδιά, το χαρτζιλίκι είναι η πρώτη άμεση επαφή τους με την διαχείριση χρημάτων. Έτσι ο τρόπος που οι γονείς δίνουν χρήματα στα παιδιά τους, μπορεί να έχει τεράστια επίδραση στην υπόλοιπη ζωή τους.

Οι περισσότεροι γονείς συνήθως αρχίζουν να δίνουν χαρτζιλίκι στα παιδιά τους στα 10-12 έτη, όταν αρχίζουν να έχουν ανεξάρτητες κοινωνικές δραστηριότητες και καταναλωτικές επιθυμίες. Όμως το χαρτζιλίκι μπορεί να γίνει ένα σημαντικό εργαλείο μάθησης, εάν οι γονείς αρχίσουν να το δίνουν στα παιδιά τους από μικρότερη ηλικία.

Στην ηλικία των 6-7 ετών τα περισσότερα παιδιά έχουν ήδη βασικές γνώσεις αριθμητικής, και μπορούν να υπολογίσουν πόσο κοστίζει κάτι και πως να το πληρώσουν. Επίσης έχουν αρχίζει να διαμορφώνουν βασικές συμπεριφορές και συνήθειες που θα τους συνοδεύουν σε όλη την ζωή τους.

 

Έτσι δίνοντας τους ένα μικρό ποσό κάθε εβδομάδα (π.χ. € 5-10), τα παιδιά θα έχουν την ευκαιρία να μάθουν στην πράξη πως να αγοράζουν πράγματα, και τι συμβαίνει όταν τους τελειώνουν τα χρήματα. Και φυσικά όσο το παιδί μεγαλώνει, οι γονείς θα αναπροσαρμόζουν το χαρτζιλίκι ανάλογα με τις ανάγκες του.

 

Ξεκινώντας το χαρτζιλίκι από μικρή ηλικία, οι γονείς μπορούν επίσης να διδάξουν την σημασία της αποταμίευσης. Εάν π.χ. το παιδί θέλει ένα καινούργιο παιχνίδι, οι γονείς μπορούν να το παροτρύνουν να βάζει στην άκρη ένα μέρος από το χαρτζιλίκι του, μέχρι να μαζέψει μόνο του το ποσό. Τα αποτέλεσμα θα είναι ακόμα καλύτερο εάν οπτικοποιήσουν την προσπάθεια αυτή, χρησιμοποιώντας π.χ. έναν διάφανο κουμπαρά.

Οι γονείς μπορούν επίσης να δώσουν στο παιδί ένα επιπλέον κίνητρο για αποταμίευση, δίνοντας του έναν “τόκο” στο ποσό που καταφέρνει να αποταμιεύσει, ή λέγοντας του ότι εάν αυτό καταφέρει να μαζέψει τα μισά χρήματα που θέλει, αυτοί θα του δώσουν τα υπόλοιπα.

Από την άλλη, κάποιοι γονείς μπορεί να συνδυάζουν το χαρτζιλίκι με τις αγγαρείες του σπιτιού, “πληρώνοντας” τα παιδιά τους όταν κάνουν δουλειές όπως π.χ. να στρώνουν το κρεβάτι ή να βγάζουν τα σκουπίδια. Αυτό μπορεί να φαίνεται σαν μία θετική συσχέτιση εργασίας και ανταμοιβής, όμως στην πραγματικότητα μπορεί να δείξει στο παιδί ότι οι αγγαρείες και η σωστή συμπεριφορά είναι προαιρετικά ή προς διαπραγμάτευση, φέρνοντας τους γονείς σε δύσκολη θέση εάν τα παιδιά αρνηθούν να κάνουν τις δουλειές αυτές.

Οι περισσότεροι ειδικοί σήμερα συμφωνούν ότι το χαρτζιλίκι πρέπει να χρησιμοποιείται ως εργαλείο εκπαίδευσης του παιδιού, και να μην συσχετίζεται με τις πάγιες υποχρεώσεις του στο σπίτι. Έτσι όταν το παιδί αρχίσει να εργάζεται, θα έχει ήδη αποκτήσει τα αναγκαία ψυχολογικά εργαλεία για να διαχειριστεί σωστά τον πρώτο του μισθό.

Ότι δεν μαθαίνουν στο σχολείο

Ένα από τα πιο συνηθισμένα παράπονα των παιδιών για το σχολείο, είναι ότι δεν τους διδάσκουν πρακτικά θέματα. “Τι με νοιάζει ποιος ήταν ο Καλλικράτης, ή πως λύνουν μία διαφορική εξίσωση, ή τι είναι τα μιτοχόνδρια; Γιατί δεν μας μαθαίνουν κάτι χρήσιμο όπως οδήγηση, ή μαγείρεμα, ή πως να κάνω την φορολογική μου δήλωση;”

Και μπορεί όλο και περισσότεροι ειδικοί να συμφωνούν ότι είναι καιρός πια η προσωπική οικονομική διαχείριση να μπαίνει σιγά-σιγά στα σχολεία, όμως η αλήθεια είναι πως δεν είναι δουλειά του σχολείου να υποκαθιστά τους γονείς στον βασικό ρόλο τους, που είναι η μετάδοση πρακτικών γνώσεων και αρχών.

Ο ρόλος του σχολείου είναι να εμφυτεύει την διαδικασία της μάθησης στα μυαλά των παιδιών. Δεν παίζουν τόσο ρόλο οι ξερές θεωρητικές γνώσεις που αποστηθίζουμε (και ξεχνάμε αμέσως), όσο η διαδικασία της αναζήτησης, επεξεργασίας, αξιολόγησης και κατανόησης πληροφοριών, που επιδιώκει να μας προετοιμάσει για τις προκλήσεις της ενήλικης ζωής.

Η δουλειά των γονιών είναι να μεταβιβάζουν στα παιδιά τους τις δικές τους πρακτικές γνώσεις και εμπειρίες, έτσι ώστε να μπορέσουν να ενσωματωθούν στην κοινωνία χωρίς πρόβλημα. Είναι μία διαρκή διαδικασία που συνεχίζεται ακόμα και μετά την ενηλικίωση του παιδιού. Και όταν βλέπουμε έφηβους και νεαρούς ενήλικες που επιδεικνύουν αντικοινωνικές συμπεριφορές, είναι φυσικό να ρίχνουμε τις περισσότερες ευθύνες στους γονείς τους, παρά στο σχολείο.

Έτσι οι γονείς ξεκινούν με τα στοιχειώδη σε μικρή ηλικία όπως η προσωπική υγιεινή, η μη χρήση βίας, και η υπακοή στους δάσκαλους. Και όσο περνάνε τα χρόνια φτάνουμε σταδιακά στα ενήλικα πρακτικά προβλήματα όπως… η οδήγηση, το μαγείρεμα, και οι φορολογικές δηλώσεις που αναφέραμε πιο πριν.

Όσο το παιδί μεγαλώνει ο ρόλος του γονιού γίνεται κυρίως συμβουλευτικός, μεταδίδοντας του πρακτικές γνώσεις στα ίδια θέματα που θα αντιμετωπίζουν και οι δύο. Και εφόσον το παιδί έχει λάβει τις σωστές βάσεις, θα μπορεί να συνδυάσει τα πρακτικά μαθήματα συμπεριφοράς που πήρε από τους γονείς του (π.χ. διαχείριση χρημάτων, αποταμίευση), με τις θεωρητικές γνώσεις του σχολείου, έτσι ώστε να καταφέρνει να βρίσκει μόνο του τις απαντήσεις στα προβλήματα της ενήλικης ζωής του.

Μεγάλες Προσδοκίες… και Αγορές

Ένας παράγοντας με τεράστια επίδραση στην ζωή κάθε παιδιού, είναι τα δώρα που οι γονείς του κάνουν σε ιδιαίτερες περιστάσεις όπως τα Χριστούγεννα, τα γενέθλια και την ονομαστική γιορτή του. Και μπορεί εμείς οι ενήλικες να λέμε ότι υπάρχουν “βαθύτερα νοήματα” στις γιορτές, όμως τα παιδιά ξέρουν την αλήθεια: Τα δώρα είναι αυτά που κάνουν τις γιορτές ξεχωριστές.

Μπορεί μέχρι μία ηλικία αυτό να είναι αποδεκτό, όμως πολλοί γονείς μάλλον δεν ξέρουν που να σταματήσουν. Και έτσι τους βλέπουμε να “επιβραβεύουν” τα παιδιά τους και σε μεγαλύτερες ηλικίες, για πράγματα που θα έπρεπε από μόνα τους να επιδιώκουν.

Επιτεύγματα όπως οι καλοί βαθμοί στο σχολείο και στις πανελλήνιες, ένα πτυχίο, ή μία πρώτη θέση σε αθλητικές ή μαθητικές δραστηριότητες, αποτελούν από μόνα τους το βραβείο για τις προσπάθειες του παιδιού.

Και όταν οι γονείς επιβραβεύουν το παιδί για αυτά με νέα κινητά, ρούχα ή ακόμα και ένα αυτοκίνητο, στην ουσία “εξαργυρώνουν” το επίτευγμα έναντι χρημάτων, μειώνοντας την πραγματική του αξία.

Οι γονείς μπορεί να πιστεύουν ότι μία υπόσχεση του τύπου “Αν περάσεις στις Πανελλήνιες, θα σου πάρω αμάξι!” δίνει μεγαλύτερο κίνητρο στο παιδί. Όμως έτσι καλλιεργείται μία “χρηματοκεντρική” νοοτροπία όπου οι μόνες δραστηριότητες που ενδιαφέρουν το παιδί είναι αυτές που του αποφέρουν άμεσο οικονομικό όφελος.

Όπως αναφέραμε και πιο πριν για το χαρτζιλίκι έναντι δουλειών, το παιδί πρέπει να μαθαίνει από νωρίς να φέρνει εις πέρας τις υποχρεώσεις του στο σχολείο και το σπίτι, χωρίς να χρειάζεται κάποια “δωροδοκία”. Έτσι χτίζει την αυτοπεποίθηση του, γίνεται πιο ανεξάρτητο, και μαθαίνει να αντιμετωπίζει τα λάθη που αναπόφευκτα θα κάνει όσο μεγαλώνει.

Και όταν προκύψει το θέμα ενός μεγάλου εξόδου που δεν μπορεί να καλύψει, όπως π.χ. κινητό, υπολογιστής, διακοπές ή και αυτοκίνητο, το παιδί θα μπορεί να συζητήσει το θέμα με τους γονείς του σε ίσους όρους, και με βάση τις πραγματικές δυνατότητες και των δύο πλευρών.

 

 

Πηγή: ourwallet.gr

Αφήστε μια απάντηση